Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

Αρχιμανδρίτης π. Συμεών Αυγουστάκης


Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος

Η ημέρα του Βαπτίσματος, είναι η κατεξοχήν ημέρα εισόδου του ανθρώπου στην Εκκλησία, η Εκκλησία αποκτά ένα νέο μέλλος, είναι ημέρα ιστορική γι’ αυτήν. Τα μέλη της τοπικής Εκκλησίας συναθροίζονται επί το αυτό (στην Εκκλησία) και υποδέχονται το νέο μέλλος της.

Η Βάπτιση δεν είναι ένα κοινωνικό γεγονός, μία ευκαιρία να μαζευτούν οι συγγενείς και οι φίλοι προκειμένου να ξεφύγουν από την ρουτίνα της καθημερινότητας και να εισέρχονται στο Ναό της διάρκεια του Βαπτίσματος με εκκοσμικευμένο πνεύμα (περιττούς στολισμούς, άσεμνη ενδυμασία, οχλαγωγία, κοκ). Η Βάπτιση είναι ένα μυστήριο της Εκκλησίας μας, που πρέπει να το λαμβάνουμε με σοβαρότητα τουλάχιστον εφόσον δεν υπάρχει η ανάλογη πίστη προς σε αυτό. Το βάπτισμα μας βάζει στην εκκλησία. Έτσι γινόμαστε χριστιανοί. Το χρίσμα, που γίνεται μετά το βάπτισμα, χαρίζει στον άνθρωπο τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Στο παρελθόν, την περίοδο λειτουργικής άνθησης του Χριστιανισμού κατά τους πρώτους αιώνες, το μυστήριο του Βαπτίσματος ετελείτο το Πάσχα, την βραδιά της Αναστάσεως. Ακόμα και σήμερα, που έχουν αποσυνδεθεί μεταξύ τους τα αυτά τα δύο γεγονότα, κρατούν ακόμη ανεξίτηλα τα σημάδια της αρχικής τους σύνδεσης και αλληλεξάρτησης. Το εμφανέστερο σημάδι ο πρωτοχριστιανικός ύμνος: «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε» που ψάλλεται αντί του Τρισαγίου Ύμνου. Ο Χριστιανός της πρώτης Εκκλησίας γνώριζε όπως μας λέει ο μεγάλος Θεολόγος Αλέξανδρος Σμέμαν ότι παλαιότερα το Πάσχα ήταν κάθε χρόνο η δική του γιορτή του δικού του Βαπτίσματος, της δικής του εισόδου και της συμμετοχής του στην ζωή του Αναστημένου Χριστού. Γνώριζε ότι αυτή η πράξη της αναγέννησης, μέσα από την οποία νέα μέλη ολοκληρώνονται στην «καινότητα της ζωής», αποκαλύπτει και ξαναβεβαιώνει την Ανάσταση του Χριστού.

Το μυστήριο του Βαπτίσματος όχι μόνο έπαψε να τελείται την βραδιά της Αναστάσεως, παραμένοντας συνδεδεμένη με την Θεία Ευχαριστία αλλά τους τελευταίους αιώνες αποσπάσθηκαν τα δύο μυστήρια, η Θεία Ευχαριστία και η Βάπτισις, και έχουμε την Βάπτιση όπως είναι σήμερα.

Η Βάπτιση χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος που είναι: η Ευχή εις το ποιήσαι κατηχούμενον και το δεύτερο μέρος που είναι το Μυστήριο του Βαπτίσματος με το Χρίσμα μαζί.

Για αρκετούς αιώνες τώρα η Εκκλησία σχεδόν αποκλειστικά εφαρμόζει το νηπιοβαπτισμό. Στα πρώτα χρόνια στο Μυστήριο προσερχόταν ενήλικες με την ανάλογη προετοιμασία, που πολλές φορές η προετοιμασία αυτή περνούσε και τα τρία χρόνια, οι υποψήφιοι για το Βάπτισμα ονομαζόταν Κατηχούμενοι. Το εισαγωγικό μέρος του Βαπτίσματος είναι δομημένο και απευθύνεται για ενήλικες. Μπορεί να το παρατηρήσει ο καθένας, ιδίως στην στιχομυθία του Ιερέως με τον Ανάδοχο του Παιδιού, οι ερωτήσεις αυτές απευθυνόταν στον Κατηχούμενο και όχι στον Ανάδοχο. Στο πρώτο μέρος συναντάμε τις ευχές της Κατηχήσεως και των Εξορκισμών, της αποτάξεως του Σατανά και της Υποταγής του Χριστού και της Ομολογίας Πίστεως. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το μέρος αυτό, είναι το μέρος όπου ο υποψήφιος για το Βάπτισμα και αντίς αυτού ο Ανάδοχος του σήμερα αποτάσσεται τον Σατανά, συντάσσεται τον Χριστό και ομολογούν γι’ αυτόν αναγιγνώσκοντας το Σύμβολο της Πίστεως, το γνωστό σε όλους μας Πιστεύω.

Το Μυστήριο του Βαπτίσματος αρχίζει πάντοτε με το «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ...» μας θυμίζει ότι στο παρελθόν ετελείτο με την Θεία Ευχαριστία, φορώντας ο Ιερέας υποχρεωτικά ένα λευκό επιτραχήλιο με ένα φελόνιο (απαράδεκτο μόνο με το επιτραχήλιο). Οι πρώτες ευχές που διαβάζονται από τον Ιερέα είναι οι ευχές της ευλογίας του ύδατος. Το νερό είναι το υλικό στοιχείο, που χάρη στη δύναμη του Αγίου Πνεύματος αναστοιχειούται, γίνεται πνευματικό και Άγιο, ικανό να αναπλάττει, να αγιάζει και να υιοθετεί τους βαπτιζομένους, όπως μας λέει ο Συμεών Θεσσαλονίκης. Ο συσχετισμός «Εξ ύδατος και Πνεύματος» φαίνεται να τονίζεται στη δημιουργία της ζωής και του κόσμου, αλλά και σ’ όλη τη δημιουργία της ζωής του κόσμου. Στην δημιουργία από το νερό ξεπήδησε η ζωή, χάρη στη δύναμη του πνεύματος του Θεού που «επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν.1,2), με οργή το νερό καταστρέφει τον αμαρτωλό κόσμο στον κατακλυσμό του Νώε και στην εξόντωση του Φαραώ με το στρατό του κάτω από τα κύματα στης Ερυθράς θαλάσσης και φτάνουμε στο ότι ο Χριστός με την κάθοδο Του στον Ιορδάνη, με το Βάπτισμα Του, με την παρουσία σύσσωμης της Αγίας Τριάδος, το μετέτρεψε σε δύναμη λυτρωτική για όλους τους ανθρώπους, σε φορέα της χάρης και της λύτρωσης στον κόσμο.

Ύστερα από την ευλόγηση του ύδατος, έρχεται η ευλόγηση του ελαίου, όπου μυρώνεται ο μελλοφώτιστος με το λάδι. Το λάδι όπως το νερό υπήρξε ανέκαθεν ένα ουσιαστικό θρησκευτικό σύμβολο. Το λάδι συμβολίζει τη θεραπεία, το φως και τη χαρά. Κατά το μύρωμα του νερού και του σώματος του κατηχουμένου λίγο πριν το Βάπτισμα, το λάδι είναι πρώτα απ’ όλα το σύμβολο της ζωής.

Μετά το πέρας του χρίσματος με το έλαιος στο κατηχούμενο, φτάνει η ώρα για το αποκορύφωμα του Βαπτίσματος με την τριπλή κατάδυση και ανάδυση όλου του σώματος του κατηχημένου, στο όνομα της Αγίας Τριάδος, λέγοντας ο Ιερέας: «Βαπτίζεται ο δούλος/η δούλη του Θεού ............ εις το όνομα του Πατρός, Αμήν και του Υιού, Αμήν και του Αγίου Πνεύματος, Αμήν». Το μυστήριο του Βαπτίσματος είναι το δώρο του Θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού στον καθένα μας, το δώρο που είναι η χάρη του Βαπτίσματος. Είναι το δώρο, η χάρη της συμμετοχής μας σ’ ένα γεγονός που, επειδή γίνεται για μας και είναι η σωτηρία μας. Η κατάδυση και ανάδυση του νεοφώτιστου πλέον συμβολίζει την κάθοδο του Χριστού στον Άδη και η ανάδυση Του, συμβολίζει την Ανάσταση Του. Το «Αμήν» που με αυτό ολόκληρη η Εκκλησία σφραγίζει καθεμιά από τις τρεις καταδύσεις, είναι η μαρτυρία ότι ο Χριστός πραγματικά σταυρώθηκε και αναστήθηκε εκ νεκρών. Πλέον ο κατηχούμενος είναι νεοφώτιστος και είναι νέο μέλλος της Εκκλησίας μας, έχοντας απαλλαχτεί από το προπατορικό αμάρτημα και είναι πλέον έτοιμος να συμμετέχει στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.

Ο Νεοφώτιστος στην συνέχεια μυρώνεται από το Άγιο Μύρο, στην ουσία είναι ένα ξεχωριστό Μυστήριο μέσα στο Μυστήριο του Βαπτίσματος, που θα μιλήσουμε περιεκτικά τον επόμενο μήνα όπως και για τον νηπιοβαπτισμό.

Μετά το χρίσμα με το Άγιο Μύρο, ο νεοφώτιστος ενδύεται λευκό χιτώνα, όπου συμβολίζει τη λαμπρότητα του νεοφώτιστου, ο οποίος έλαβε-ενδύθηκε «χιτώνα φωτεινόν», δηλαδή μετέχει στο θείο φως. Στη συνέχεια έχουμε την Τριχοκουρία δηλαδή το κόψιμο των μαλλιών όπου σημαίνει την αφιέρωση του ανθρώπου στον Θεό και δηλώνεται ότι αφού ο άνθρωπος αφιερώθηκε στο Θεό, ανήκει πλέον, οργανικά, οντολογικά, πραγματικά σε Αυτόν. Ο Ιερέας φέρει τον σταυρό στο στήθος του νεοφώτιστου. Όπου είναι η σφραγίδα του Ιησού Χριστού, που δίδεται ως όπλο κατά των δαιμόνων και συνάμα το ορατό σημείο που δηλώνει την ταυτότητα πίστεως του νεοφώτιστου με τα υπόλοιπα μέλη της Εκκλησίας. Η λαμπάδα που δίδεται είναι σύμβολο του φωτισμού του Χριστού, το οποίον έλαβαν οι φωτισθέντες κατά το βάπτισμα και ξεκινάει ο ιερός χορός, που γίνεται τρεις φορές γύρω από την κολυμβήθρα ενώ ψάλλεται το «Ὅσοι εἰς Χριστόν...» είναι η παλαιά πομπή και είσοδος του νεοφώτιστο από το βαπτιστήριο στο κυρίως ναό για την έναρξη της Θείας Λειτουργίας.

Και όπως μα λέει ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας: «Να βαπτισθούμε σημαίνει να γεννηθούμε κατά Χριστόν και να λάβουμε ύπαρξη και υπόσταση, ενώ δεν ήμασταν τίποτα.»

Μέσα στο Μυστήριο του Βαπτίσματος έχουμε και το Μυστήριο του Χρίσματος, όπου στην ουσία μετά το Βάπτισμα ακολουθεί το Χρίσμα, ως η ανάληψη του αγώνα κατά των δαιμονικών δυνάμεων και υπέρ μίας τελειωτικής προκοπής και κορύφωσης.

Λαμβάνουμε με το Χρίσμα τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, για να μπορούμε να εισέλθουμε σε αυτόν το μεγάλο αγώνα. Είναι πολύ μεγάλη και ιερή αυτή η στιγμή που ο νεοφώτιστος λαμβάνει ως δώρο το Πνεύμα το ανήκον στο Χριστό ως το Πνεύμα Του (δυστυχώς, ο σύγχρονος άνθρωπος αυτήν τη στιγμή γελάει με το κλάμα του νεοφώτιστου μωρού). Σε αυτό το Χρίσμα της Πεντηκοστής, το Άγιο Πνεύμα κατέρχεται πάνω μας και σηκώνει μέσα μας το προσωπικό δώρο του Χριστού από τον Πατέρα Του, ως το δώρο της ζωής Του, της υιότητας Του, της κοινωνίας Του με τον Πατέρα Του. Παίρνουμε το προσωπικό δώρο του Πνεύματος του Χριστού, όχι μόνον επειδή ανήκουμε στο Χριστό κατά την Πίστη και την Αγάπη, αλλά επειδή αυτή η Πίστη και η Αγάπη μάς έκαναν να επιθυμούμε τη ζωή Του, να είμαστε εν Αυτώ, καθώς στο Βάπτισμα έχοντας βαπτισθεί εν Χριστώ, ενδυθήκαμε τον ίδιο το Χριστό. Ο Χριστός είναι «κεχρισμένος» και εμείς πήραμε το Χρίσμα Του. Ο Χριστός είναι ο Υιός και εμείς έχουμε υιοθετηθεί ως υιοί, ο Χριστός έχει το Πνεύμα ως ζωή Του και εμείς γίναμε συμμέτοχοι αυτής της ζωής.

Το Χρίσμα κατά τους πρώτους αιώνες γινόταν με την επίθεση των χεριών πάνω στο Βαπτιζόμενο από τον Ιερέα. Στην πορεία των αιώνων, και έως σήμερα, έχουμε πλέον την επάλειψη του Αγίου Μύρου. Ενώ χρίει ο Ιερέας τον Βαπτιζόμενο, λέει: «Σφραγίς δωρεάς Πνεύματος Αγίου. Αμήν».

Το Άγιο Μύρο καθαγιάζεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο κάθε δέκα χρόνια από τον εκάστοτε Οικουμενικό Πατριάρχη και με τη συμμετοχή εκπροσώπων των κατά τόπους Πατριαρχείων και Αυτοκέφαλων Εκκλησιών. Η παρουσία των εκπροσώπων προβάλλει την ενότητα της Εκκλησίας. Βέβαια, πέραν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και τα Πατριαρχεία Μόσχας, Βελιγραδίου και Βουκουρεστίου καθαγιάζουν Άγιο Μύρο. Το Άγιο Μύρο αποτελείται από λάδι και από μίγμα άλλων ευωδών ουσιών (57 τον αριθμό), στοιχεία τα οποία συμβολίζουν τα ποικίλα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.

Το Άγιο Μύρο, πέραν από το Χρίσμα, χρησιμεύει για τα εγκαίνια ναών, για την επιστροφή στην ορθόδοξη πίστη Ρωμαιοκαθολικών, αλλά και Παλαιοημερολογιτών. Κατά το παρελθόν χρησιμοποιούταν και για τη στέψη των Ορθοδόξων Βασιλέων.

Στον ελλαδικό χώρο, αλλά και στη διασπορά, παρατηρείται το φαινόμενο (καλοπροαίρετα τις περισσότερες φορές), ο λαός μας να τελεί το Μυστήριο του Βαπτίσματος σε μη-κανονικές Εκκλησίες, στις γνωστές σε όλους μας Παλαιοημερολογίτικες Εκκλησίες. Όμως, τα Μυστήριά τους δεν είναι έγκυρα, γιατί οι ιερείς τους έχουν φύγει από την Εκκλησία μας και δεν φέρουν την Αποστολική Διαδοχή. Τα Μυστήριά τους είναι άκυρα, με αποτέλεσμα αυτοί που έχουν βαπτιστεί σε αυτές τις Εκκλησίες να μην έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν ούτε στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ούτε και στα υπόλοιπα. Στις περιπτώσεις αυτές, εάν θέλει κάποιος να επανορθώσει το λάθος αυτό, θα πρέπει να απευθυνθεί στις κατά τόπους ενορίες και να ζητήσει να ενταχθεί στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, οπότε πραγματοποιείται μόνον το Χρίσμα, όπως μας λέει η Εκκλησία μας.

Από το δεύτερο αιώνα μ.Χ. άρχισαν να μειώνονται οι Βαπτίσεις των ενηλίκων, με συνέπεια να επικρατεί σταδιακά ο νηπιοβαπτισμός. Δυστυχώς, στις ημέρες μας παρατηρείται το φαινόμενο να κατακρίνεται ο νηπιοβαπτισμός ως πράξη που εμποδίζει τη βούληση του ανθρώπου να ενταχθεί στην Ορθόδοξο Εκκλησία ως μέλος της, εάν κι εφόσον ο ίδιος το θελήσει και το αποφασίσει. Ωστόσο, ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης μάς λέει σχετικά ότι είναι προτιμότερος ο νηπιοβαπτισμός «δια να μη τύχη και αποθάνη το βρέφος αβάπτιστον...». Όσοι, λοιπόν, καταδικάζουν το νηπιοβαπτισμό, εμποδίζουν τα παιδιά από την Αγάπη του Χριστού και από την επουράνιο Βασιλεία Του.

Σύμφωνα με το πνεύμα της αντιρρήσεως περί νηπιοβαπτισμού, και προεκτείνοντας τη λογική της συνέπειας στα άκρα, δεν θα έπρεπε να φέρνει κανείς παιδιά στον κόσμο, αφού δεν έχει εξασφαλίσει προηγουμένως τη συγκατάθεσή τους. Η αντίρρηση μπορεί να προβληθεί και για μία σειρά πράξεων των γονέων στα παιδιά τους, από την απλή διατροφή και το είδος της, τη μέριμνα για την υγεία και τα εμβόλια, την αγωγή, την εκπαίδευση, μέχρι τον οικονομικοκοινωνικό προσανατολισμό, κ.ο.κ. Οι παραπάνω πράξεις, οι οποίες σύμφωνα με το πνεύμα της αντιρρήσεως δεσμεύουν την ελευθερία, γίνονται αποδεκτές, διότι πραγματοποιούνται με γνώμονα το «καλώς εννοούμενο συμφέρον» για το παιδί.

Κάτω από το πρίσμα του «καλώς εννοούμενου συμφέροντος» τελείται και το Βάπτισμα. Βαπτίζουμε το παιδί όχι από έλλειψη σεβασμού της ελευθερίας του, αλλά με σκοπό τη διασφάλιση της ελευθερίας και της σωτηρίας του.

Πρέπει τα παιδιά να βαπτίζονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα, ώστε η χάρη του Βαπτίσματος να ενεργεί σωστικά επάνω τους καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.

Οι Ανάδοχοι αναπληρώνουν την πίστη και τη συνείδηση των παιδιών, διότι πρέπει να σηκώνουμε ο ένας τα βάρη του άλλου. «Αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως αναπληρώσατε τον νόμον του Χριστού» (Γαλ., ΣΤ΄2). Γι’ αυτό έχουμε την παρουσία του Αναδόχου στο Μυστήριο του Βαπτίσματος, ο οποίος αποτάσσεται το Σατανά και συντάσσεται με το Χριστό, και έχει χρέος όχι να είναι παρών στη ζωή του βαφτιστηριού με ωραία και πλούσια δώρα, αλλά με την παρουσία του ως πραγματικός Ανάδοχος διδάσκοντας στο παιδί την αλήθεια του Θεού.

Κοινοποίηση